περίφραγμα

περίφραγμα
το, ΝΜΑ [περιφράσσω]
1. ο φράχτης γύρω από μια έκταση
2. περιφραγμένος τόπος
νεοελλ.
ναυτ. φρεάτιο στο κύτος τού σκάφους για την αντλία
αρχ.
το δερμάτινο κάλυμμα στο επάνω μέρος τής άμαξας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • περίφραγμα — fence round neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περίφραγμα — το, ατος φράχτης, φράξιμο: Το περίφραγμα της αυλής πρέπει να αντικατασταθεί …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κιγκλίδωμα — Περίφραγμα από μέταλλο, ξύλο ή μάρμαρο, το οποίο τοποθετείται σε ανοίγματα και εξώστες κτιρίων. Χρησιμοποιείται για τον περιορισμό ενός ή για τον διαχωρισμό δύο χώρων, επιτρέποντας την οπτική επικοινωνία. Δείγματα κ. από την κλασική αρχαιότητα… …   Dictionary of Greek

  • περιφραγμάτων — περίφραγμα fence round neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφράγμασι — περίφραγμα fence round neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφράγμασιν — περίφραγμα fence round neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφράγματα — περίφραγμα fence round neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφράγματι — περίφραγμα fence round neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιφράγματος — περίφραγμα fence round neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”